ΑΝΤΡΕΙΩΜΕΝΟΣ: Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΗΣ ΠΑΝΩ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ

Τρεις ακράτητοι χείμαρροι και άπειρα ρέμματα και ρυάκια, χιλιάδες τώρα χρόνια, με τις κροκάλες και τα άλλα υλικά που μεταφέρουν από τη βουνοσειρά του Τετραζιού και τη χαράδρα της Τσακώνας, σκεπάζουν τη γη της πάνω Μεσσηνίας. Χιλιάδες στρέμματα γόνιμης γης κάθε χρόνο μεταβάλλονται σ’ έναν ξερότοπο που πάνωθέ του δε φυτρώνουν παρά γαΪδουράγκαθα και σφερδούκλια. Έτσι σιγά σιγά, σκεπάστηκαν και ξεχάστηκαν όλα κείνα τα σημάδια τ΄αδιάψευστα που για κάθε τόπο με ιστορία είναι απόδειξη και μαρτυρία της. Πλούσια σε ιστορία η πάνω Μεσσηνία, από του Τσορωτά και το Λυκούρεσι, από την άνω Γαράντζα και το πανάρχαιο φρούριο της Είρας, μέχρι το δίδυμο βουνό της Ιθώμης κι από κει μέχρι το λόφο της Σκάλας και τα υψώματα της Τσακώνας, μεγάλες και πολυάνθρωπες πολιτείες σαν την Ανδανία  και τη Στενύκληρο, την Οιχαλία και τη Μεσσήνη, με τις προσχώσεις των χειμάρρων, δεν κράτησε τίποτα σχεδόν που να μαρτυράει σήμερα ότι στον τόπο αυτό έγιναν πολλά και θαυμαστά. Λιγοστά μάρμαρα σώζονται μονάχα στο Αλητούρι,  κι ακόμη και οι αρχαιότητες της Ιθώμης που δεν έχουν να μας πούν και πολλά πράγματα γιατί αναφέρονται σε νεότερα χρόνια, στα χρόνια, θα μπορούσαμε να πούμε, της Μεσσηνιακής παρακμής. Αυτά είναι τα απτά δείγματα της ιστορίας της πάνω Μεσσηνίας. Από κει και πέρα δεν μας μένουν μονάχα τα γραπτά των ιστορικών και των γεωγράφων για να μας φανερώνουν την πανάρχαια , αλλά και τόσο λαμπρή ιστορία της περιοχής αυτής, πού είναι η καρδιά της Μεσσηνίας. Πέρα όμως και από τα κείμενα των ιστορικών και των άλλων αρχαίων συγγραφέων είναι και η παράδοση που, τόσο αξιοθαύμαστα, ύστερα από τόσες χιλιάδες χρόνια κρατάει ζωντανά, αν και παραποιημένα, στο στόμα του λαού γεγονότα και πρόσωπα της μακρινής και περίλαμπρης εποχής. Σε καμιά, ίσως, άλλη περιοχή δεν κράτησε ο λαός μας τόσο ζωντανή την ανάμνηση των γεγονότων, από στόμα σε στόμα κι είναι σίγουρα αυτό μια από τις τρανότερες αποδείξεις της σε συνέχεια ιστορικής διαδοχής των κατοίκων στον δοξασμένων τούτον τόπο, της ίδιας ακόμα φυλετικής γνησιότητας. Τις μακριές νύχτες του χειμώνα, με τη φαμελιά καθισμένη ολόγυρα στη γωνιά, γίνετε η απαραίτητη σπονδή  στα παλιά, τα περασμένα, καθώς οι γέροι και οι μεστωμένοι άντρες ζεσταίνουν κρασί και πίνουν και τα παιδιά μασουλίζουνε σύκα και σταφίδες και ξεχνιούνται με το στόμα ορθάνοιχτο ακούγοντας από το στόμα των γέρων τα κατορθώματα τ’ Αντρειωμένου. Και είναι τα παραμύθια αυτά για τα μεγάλα και τα τρανά, για κείνα που κανείς άλλος δε μπόρεσε να κάνει, παρά ο ήρωας των Μεσσηνιακών πολέμων, ο Αριστομένης, ο βασιλιάς των Μεσσηνίων. Παραποιημένα, από το πέρασμα τόσων αιώνων, γεγονότα ξεπροβάλλουν μέσα από το νεφέλωμα του θρύλου. Ωστόσο μπορείς να εύκολα να βρεις κάτω από αυτό το νεφέλωμα, τοπωνύμια και ονόματα ηρώων και ακόμα γεγονότα ιστορικά παραδεγμένα. Στο Λυκούρεσι λ.χ. θ’ ακούσεις να μιλούν για τους γίγαντες που κατοικούσαν στη περιοχή που απλώνεται λίγο πέρα από το χωριό στα όρια Μεσσηνίας και Αρκαδίας, και που τώρα είναι σκεπασμένη από ένα στρώμα  κεραμιδιών, που ανάμεσα τους οι χωρικοί, όχι σπάνια, βρίσκουν λυχνάρια πήλινα και άλλα παράξενα αντικείμενα χρήσης των αρχαίων. Εδώ, κατά τους ιστορικούς, ζούσαν εκείνοι που αργότερα ξεκάμπισαν και γίναν οι πρώτοι κάτοικοι της Μεσσηνίας για να βρουν μια πιο εύκολη ζωή στα γόνιμα τούτα εδάφη. Πιο κάτω στα χωριά της Ανδανίας  ο θρύλος παίρνει μια πιο συγκεκριμένη μορφή και το παραμύθι μιλάει για περσότερο χειροπιαστά – αν ταιριάζει η λέξη-πράματα.
Αναμεσίς Τετράζι και Ιθώμη, λίγο πιο δω από το σημερινό Διαβολίτσι, χαμένη μέσα στη πλούσια βλάστηση των σταφιδοφυτειών, βρίσκεται μια πελώρια πέτρα που πάνω είναι σκαμένο σαν από χέρι ειδικού τεχνίτη, ένα σημάδι σαν πατούσα γίγαντα. Είναι «τα’ αχνάρι του Αντρειωμένου» του μυθικού της Μεσσηνίας ήρωα, που κατά τις διηγήσεις των ντόπιων είναι, για τη περιοχή αυτή, κάτι σαν Ηρακλής και Θησέας, αλλά κάτι πιο συγκεκριμένο και σίγουρο. Είναι του θρυλικού Αριστομένη, που στάθηκε βασιλιάς και ηγέτης των Μεσσηνίων στα παληά εκείνα χρόνια των θρυλικών αγώνων τους για τη διατήρηση της γης τους από τους άρπαγες Λακεδαιμόνιους, που κατηφόριζαν από τον Ταύγετο σφάζοντας, κλέβοντας και αρπάζοντας την ευλογημένη γη τους. Στα χρόνια μας η μορφή του έχει πάρει την όψη και τη φτιάξη γίγαντα μυθικού που κάνει τα’ ακατόρθωτα και πραγματοποιεί τα’ απίθανα.  Αυτουνού είναι τ’ αχνάρι, όπως το θέλει η παράδοση, που φαίνεται σκαμένο στη πέτρα του Διαβολιτσίου. Γιατί ποιος άλλος εξόν από κείνον μπορούσε να έχει τόσο μεγάλο ποδάρι; Έτσι ο Λαός μας έδωσε και την εξήγηση της πετρωμένης πατούσας. Μόνον ο Αντρειωμένος θα μπορούσε να αφήσει τόσο φανερό σημάδι της ανδρείας του. Αυτός που μπορούσε να ξεκωλώσει βράχο ολόκληρο και να τον πετάξει από το βουνό του Βουρκάνου στη θάλασσα» , που ήτανε τόσο δυνατός που «μη έχοντας ραβδί για να κυνηγήσει τους οχτρούς ξεκώλωνε ολόκληρο πλατάνι», «που μπόραγε να πιλαλίξει τόσο γρήγορα, που σε ένα λεφτό να βρίσκετε από το Τετράζι στο Βουρκάνο και σ’ άλλο λεφτό να κυνηγάει τους οχτρούς με ξεκωλωμένα βράχια πέρα από τον Ταύγετο». Αυτός είναι ο έξυπνος, ο γενναίος, ο ακούραστος, ο υπεράνθρωπος, ο ήρωας βασιλιάς της Μεσσηνίας που «όμοιων του δεν έφτιαξε ο Θεός», «ο Αντρειωμένος των αντρειωμένων. Γιατί τα χρόνια εκείνα τα χρόνια ούλοι οι άνθρωποι ήτανε αντρειωμένοι». Ήταν πολύ δύσκολα για τη πάνω και για ολόκληρη τη Μεσσηνία τα χρόνια εκείνα που έζησα εκεί. Καταμεσίς
 Απρίλη οι πάγοι κάψανε τις σταφίδες. Δε μείνανε παρά τα κούρβουλα. Θρήνος και κοπετός στον κόσμο. Οι άντρες δε παίρνανε κουβέντα και οι γυναίκες ξεκάμπιζαν στα κτήματα μοιρολογώντας «Ποιος το ‘λεγε ποιος το ‘λπιζε το Μαϊ να ρίξει χιόνι…». Ωστόσο, είναι τόσο ζωηρή η παράδοση του Αντρειωμένου που και τις μέρες κείνες ο Μπάρμπ’ Αντρέας ο Μπερεδήμας, ξέχασε τα πάντα και λεχτρισμένος από το ερώτημα που το ‘βαλα για το «αχνάρι του Αντρειωμένου» δε δίστασε να μου πει τι ξέρει και να τι μου διηγήθηκε : «Τα χρόνια εκείνα, τα πολύ παληά , τότες που οι άνθρωποι ήσαντε αψηλοί και γιομάτοι, αντρειωμένοι, με καρδιά και με φρόνηση, ζούσε ο βασιλιάς, ο Αριστομένης, ο αντρειωμένος των αντριωμένωνε. Λεφούσι οι οχτροί βάραγαν τους δικούς μας στον Ταϋγετο και στο Τετράζι πασχίζοντας να τους πάρουνε τη γη του και τη γής των εδικώνε του. Πολέμαγες τότε στο Τετράζι ολημερίς και απάνου που ο ήλιος έγερνε ο οχτρός τσάκισε και άλλοι έφευγαν πιλαλώντας κατά τη Μεγάλη Πόλη και άλλοι κατά τα βουνά τις Αρκαδίας. Τότες τούρθε το μαντάτο. Άλλοι οχτροί χτύπαγαν τις πόρτες του Βουρκάνου. Πήδηξε τότες από το Τετράζι και τώβγαλε στις τρείς. Στη πρώτη βρέθηκε στο κάστρο του Διαβολιτσίου. Βαρύς καθώς ήτανε, το δυνατό του πόδι βούλιαξε στο φρεσκοποτισμένον τόπον και σαν σημάδι θεϊκό, η πατιμασιά του πέτρωσε το χώμα και πάνω του έμεινε στον αιώνα τον άπαντα τα’ αχνάρι τα’ Αντρειωμένου. Στη δεύτερη βρέθηκε στο Αλητούρι και στη Τρίτη καβάλησε το Βουρκάνο. Κυνήγησε τους οχτρούς και πριν να πέσει ο ήλιος τους είχε φτάσει πιλαλώντας στον Ταϋγετο…». Έτσι ο λαός έδωσε την εξήγηση στο φαινόμενο του πετρωμένου αχναριού και ταυτόχρονα το συνέδεσε με ένα αξιοθαύμαστο γεγονός του Μεσσηνιακών Πολέμων, όταν οι Μεσσήνιοι πολεμώντας στην Είρα έκαναν αγώνα διμέτωπο αναγκασμένοι πότε να πολεμούν κλεισμένοι στο φρούριο και πότε όξω από τα τείχη για να διώξουν τους επιδρομείς λνμένονταν στην ύπαιθρο χώρα της Μεσσηνίας. Ο αείμνηστος Ν. Πολίτης αναφέρει μερικά από όσα ο λαός διατήρησε ή έπλασε για να φτιάξει τη μορφή του Αντρειωμένου. Μιλάει για μια τρύπα που βρίσκετε στην Αρχαία Μεσσήνη. Πραγματικά στην «Αρκαδική Πύλη» όπως κανείς βγαίνει από τον αρχαιολογικό χώρο για να αντικρύσει τη πάνω Μεσσήνη, θα ιδεί στην είσοδο του κυκλικού χώρου της «Πόρτας», μια βαθειά τρύπα που στο βάθος της δείχνει κάτι σαν πατημασιά αλόγου. Ακόμα και σήμερα η παράδοση λέει ότι ο Αριστομένης καβάλα στ’ άλογο πέρναγε από κει καλπάζοντας για να αποδιώξει τους οχτρούς. Το πέταλο του αλόγου, τόση ήταν η ορμή του «Αντρειωμένου», βούλιαξε στη πέτρα. Είναι και ο θρύλος αυτός κάτι τι σχετικό με το «αχνάρι του Αντρειωμένου». Έχει γραφεί ότι η λαϊκή παράδοση για τον ήρωα βασιλιά της Μεσσήνης έχασε όλα τα κύρια γνωρίσματα της και δεν διατήρησε παρά το όνομα του ήρωα περιβάλλοντάς το με ηρωισμούς που θα ταίριαζαν περισσότερο σε ήρωα του Ακριτικού κύκλου. Ωστόσο ο ισχυρισμός αυτός δεν στέκεται απόλυτα. Βέβαια μετά τόσους αιώνες είναι φυσικό οι αλλεπάλληλες αλλαγές στη κατοχή του τόπου, καινούρια έθιμα και διηγήσεις των τόσων και τόσων κατακτητών που πέρασαν από τα χώματα τούτα, μοιραία να έφεραν την αλλοίωση στην αρχική διήγηση. Αλλά πιστεύω ότι στα κύρια σημεία η παράδοση κράτησε πολλά από τα γνωρίσματα των μακρινών αγώνων των Μεσσηνίων και Λακεδαιμονίων, όπως τοπωνύμια και ακέραια ακόμη γεγονότα. Ο αυριανός μελετητής σίγουρα θα μπορέσει να ξεχωρίσει την ιστορία από τη παράδοση και το θρύλο από το παραμύθι. Και ακριβώς αυτό το σκοπό έχει το σημείωμά μου τούτο. Να προκληθεί το ενδιαφέρον για μια πιο επιστημονική έρευνα και μελέτη των παραδόσεων της πάνω Μεσσηνίας που τόσα πολλά έχει να προσφέρει και στην επιστήμη και στον τόπο τον  ίδιο.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΚΗΔΕΙΑΣ

Οι γλωσσικοί μας ιδιωματισμοί

Ο Μεσσηνιακός πόλεμος, ο Αριστομένης και η Σπάρτη