Η ΑΝΩ ΜΕΣΣΗΝΙΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ ΚΑΙ ΓΚΡΑΒΟΥΡΕΣ




Τους περασμένους αιώνες πολλοί διακεκριμένοι ερευνητές - περιηγητές, εμπνευσμένοι από τις αξίες μιας κλασσικής παιδείας, περιηγήθηκαν τον τόπο μας βιώνοντας από κοντά την Μεσσηνιακή γη, τους Μεσσήνιους, τα δημιουργήματά τους. Κινούμενοι από θαυμασμό και δέος στη μέθεξη της Ελληνικής πραγματικότητας, με κύρια εφόδια τις αρετές ενός φωτισμένου πνεύματος και μιας ένθεης ψυχής κατέγραψαν σε βιβλία κάθε τι που βίωσαν σ' αυτή τη γωνιά του κόσμου.
Και τα χρόνια κύλισαν και οι αιώνες άλλαξαν και κοντά τους άλλαξαν και πολλά ακόμα. Και φτάσαμε στις μέρες μας που με τόσες αλλαγές και ανακατατάξεις φαίνεται σαν χρήσιμο - αν όχι αναγκαίο - να καταφύγουμε στις πηγές για να επαναπροσδιορίσουμε το είναι μας και τις επιδιώξεις μας.

Σε αυτή την ανάρτηση επιλέγουμε ενδεικτικά κάποιους περιηγητές, που πέρα από το ημερολόγιο που κρατούσαν είχαν συνθέσει και απεικονίσει σε μια γκραβούρα ό,τι με λόγια αφηγούνταν. Οι εικόνες αυτές δεν μπορούν παρά να αποτελούν μια κληρονομιά πολιτιστική, μέσα από τις οποίες καθένας παρατηρώντας τες σε βάθος μεταφέρεται πίσω στο χρόνο, με τον καλύτερο τρόπο. Η όραση δίνει το έναυσμα στη φαντασία και στο ταξίδι του μυαλού να ξεκινήσουν και αυτά την περιήγηση. . .

[...]Aπό το Λεοντάρι ως το Μαυρομάτι η απόσταση είναι 8 ώρες. Η κάθοδος από το Λεοντάρι είναι απότομη, και μια ώρα αργότερα ο δρόμος διασχίζεται από ένα μεγάλο χείμαρρο που ονομάζεται Ξερίλλος. Η κοιλάδα του Ξερίλλου ποταμού προς τα αριστερά είναι δασώδης και όμορφη. Στα δεξιά είναι το αγέρωχο βουνό Ελληνίτσα. Ο δρόμος περνάει μέσα από ωραία δάση Βελανιδιάς.
Περίπου 2 ώρες από το Λεοντάρι, στη Τσακώνα, είναι ένας τύμβος, που ίσως τα αρχαία χρόνια ήταν η ένδειξη των ορίων των Αρκάδων και των Μεσσηνίων ή πολύ πιθανόν, να είναι μνημείο για τον Ορέστη, ο οποίος σύμφωνα με τον μύθο περιπλανήθηκε εδώ, όταν τον καταδίωκαν οι Ερινύες . Η κάθοδος συνεχίζεται μέσα από μια όμορφη ρεματιά, από την οποία διακρίνουμε στο βάθος το Όρος Ιθώμη. Η θέα μπροστά στη πεδιάδα της Μεσσηνίας είναι εκπληκτική.
Το χάνι της Τσακώνας βρίσκεται στους πρόποδες της πλαγιάς Μακρυπλάγι. Είναι κατάλληλο μόνο για ανάπαυση το μεσημέρι και πρέπει να αποφευχθεί η χρησιμοποίησή του ως τόπος ανάπαυσης για τη νύχτα, διότι είναι βρώμικο πέρα από κάθε περιγραφή.
Μια ώρα μετά την Τσακώνα, διασχίζουμε τον δρόμο που οδηγεί στο χωριό Σκάλα, και σε άλλη μια ώρα φτάνουμε σ’ ένα παράξενο αρχαίο γεφύρι του ποταμού Μαυροζούμενα. Από εδώ αρχίζει η ανάβαση του βουνού Ιθώμη. Αν και είναι πολύ απότομη και δύσκολη, είναι πολύ όμορφη. Τα δέντρα και οι θάμνοι κυριαρχούν στο μονοπάτι που ανεβαίνουμε. Οι αιωνόβιες βελανιδιές, είναι εξαιρετικά ψηλές, με τις κορφές τους να φτάνουν περίπου 6 πόδια πάνω από το έδαφος. Το δάσος συμπληρώνουν ανθισμένες αμυγδαλιές, άγριες ελιές, δάφνες, μυρτιές, πικροδάφνες και φραγκοσυκιές. Δεξιά διακρίνεται το παλιό Βενετσιάνικο κάστρο του Μίλα. Τα πανίσχυρα τείχη της αρχαίας Μεσσήνης ορθώθηκαν ξαφνικά μπροστά μας. Ένα θέαμα τόσο απροσδόκητο και τόσο μεγάλο, που όποιος το δει μια φορά δεν μπορεί να το ξεχάσει ποτέ.
Το Μαυρομάτι, είναι ένα τραγικά φτωχό χωριό, με 20 περίπου σπίτια – καλύβες που βρίσκονται εκατέρωθεν της πηγής, από την οποία προέρχεται το όνομα του χωριού. Μαυρομάτι σημαίνει μαύρη πηγή (μάτι = σημείο που αναβλύζει νερό). Η κρήνη είναι αναμφίβολα η αρχαία Κλεψύδρα ή το νερό του απορρήτου, όπως λεγόταν. Από αυτό ετυμολογείται και η σύγχρονη ονομασία, γιατί οι όροι απόρρητος – σκοτεινός – μαύρος, συσχετίζονται.
Το σύνολο των κατοίκων, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, μαζεύτηκαν γύρω μας, προσφέροντάς μας κάποια παλιά κέρματα για πώληση, χωρίς ιδιαίτερη αξία, αλλά οι περισσότεροι από καθαρή περιέργεια, την οποία δεν απέκρυβαν καθόλου. Όλοι φορούσαν τις ίδιες ενδυμασίες, με τα ίδια φωτεινά χρώματα. Ο κάτοχος του Χάνι είναι ο Παπάς του χωριού, ένας άνδρας μεταξύ τριάντα και σαράντα, με μακριά μαύρα γένια, και πολύ καλή φυσική κατάσταση. Μας ζητούσε επίμονα να μας φιλοξενήσει και με υπερηφάνεια μας έδειξε την βιβλιοθήκη του. Αποτελούνταν από λίγα βιβλία προσευχών τυπωμένα στην Αθήνα και τη Βενετία. Δεν είχε καν την Καινή Διαθήκη. Ένας ιερέας ενός Γερμανικού ή Ιταλικού χωριού θα έμενε έκπληκτος αν συναντούσε έναν συνάδελφό του Έλληνα κληρικό. Μια σχολική ή πανεπιστημιακή εκπαίδευση σε καμία περίπτωση δεν θεωρείται απαραίτητη για τον εν λόγω ιερέα. Η ανάγνωση και η γραφή είναι τα μόνα προσόντα του. Ο ίδιος αποκτά αυτά τα προσόντα με το να γίνει για μερικούς μήνες μαθητής ενός άλλου Παπά. Ο ίδιος και η σύζυγός του εργάζονται στον αγροτικό τομέα όπως όλοι οι υπόλοιποι κάτοικοι. Η μόνη διαφορά του από τους υπόλοιπους είναι, ότι το σπίτι του είναι το χάνι του χωριού.
Θα με πιστεύουν ότι είναι δυνατόν; Ο παπάς μας δεν είχε δει καν ένα ρολόι! Συγκλονίστηκε από χαρά όταν η ματιά του έπεσε στο ρολόι του οδηγού μας. Αυτοί οι Έλληνες είναι τόσο πρωτόγονοι, έχοντας ως μέτρο χρόνου αποκλειστικά τον ήλιο.[...]

[...]Από την Σκάλα η Τσακώνα είναι 1 ώρα και 40 λεπτά. Προς τα δεξιά, περίπου 10 λεπτά από τη Σκάλα, είναι μερικά περίεργα στρώματα πετρωμάτων, λίγο μακρύτερα, προς τα δεξιά πάλι, είναι μερικοί λόφοι με αρχαία ερείπια. Λίγο πιο πίσω από κει, είναι ένας μεμονωμένος βράχος με μια εκκλησία πάνω σε αυτόν, καθώς και μια σπηλιά κάτω από την εκκλησία. 25 λεπτά μετά την Σκάλα φτάνουμε στον κάμπο. Δεξιά του κάμπου είναι το βουνό Μπάλα. Σε ολόκληρη την πεδιάδα υπάρχουν μισοερειπωμένοι πύργοι κι ένα κατεστραμμένο τζαμί. Συναντάμε μια διασταύρωση στην οποία ο δρόμος προς τα δεξιά οδηγεί στην Τσακώνα, διασχίζοντας όλη την κοιλάδα της Στενυκλάρου. Αυτή η όμορφη και εύφορη περιοχή δεν καλλιεργείται ούτε κατά το 1/3 της, αν και αρδεύεται με πολλά νερά. Αν και έχει ευλογηθεί με ένα υπέροχο κλίμα, προς το παρόν εμφανίζει μόνο μερικά μικρά χωριά σκορπισμένα στο κέντρο της πεδιάδας και μια μικρή καλλιέργεια καλαμποκιού γύρω από αυτά. Συνεχίζοντας βόρεια, συναντάμε ένα χάνι και αριστερά, πίσω από αυτό, τα χαλάσματα που έχουν απομείνει από τον Ιμπραήμ Πασά, του χωριού που ονομάζεται Τσαούσι... [...]



Δημοσιογράφοι του περιοδικού «Λειψία», κατά την επίσκεψή τους στη Μεσσηνία το 1883, διέμειναν και φιλοξενήθηκαν στην Μονή του Βουλκάνου και κατόπιν προσκλήσεως του ηγουμένου, παρακολούθησαν την «δεύτερη Ανάσταση», η οποία είναι επιβλητικότερη ακολουθία από τη τελετή της Ανάστασης και για την οποία το περιοδικό γράφει:
«Σπανίως παρευρέθην εις ακολουθίαν πλέον ενδιαφέρουσαν. Δώδεκα ιερείς, φορούντες τας συνήθεις αυτών μελαίνας στολάς, έψαλλον ύμνους, διακοπτομένους ανά πάσαν στιγμήν υπό του «Κύριε ελέησον». Παρίσταντο εις τον ναόν οι υπηρέται μας και οι υπηρέται της μονής, ουδεμία όμως γυνή εκτός της συζύγου ποιμένος τινός. Ευγενώς μας προσφέρθησαν καθίσματα, πράγμα σχεδόν άγνωστον εν ταις ελληνικαίς εκκλησίαις. Μετά τούτο οι ιερείς εισήλθον εις το ιερόν, εξ ου εξήλθον με τας πλουσίας αυτών ιερατικάς στολάς και εστάθησαν εν γραμμή εν τω μέσω της εκκλησίας ψάλλοντες το «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών κλπ.».

Παρακάτω εκθέτουμε ένα μικρό δείγμα από εικόνες της άνω Μεσσηνίας περασμένων αιώνων. (Κάντε "κλικ" στις εικόνες για πλήρη προβολή)

Η Ιθώμη και το φαράγγι της Μεσσήνης. Γκραβούρα του Saint-Aulaire, από το 1836, αφιερωμένη στην Α. M. τη Βασίλισσα των Γάλλων



Gulf and plain of Messenia.
Γκραβούρα του Α. Richter από το 1790. Πανοραμική άποψη του Μεσσηνιακού κάμπου.



Η ίδια εικόνα σε ασπρόμαυρη λιθογραφία.



Άποψη από το μοναστήρι στο βουνό της Ιθώμης.
Γραβούρα του A. Bertrand, [1847] Από το ταξίδι του εκλαμπρότατου Δούκα του Μοντπενσιέ στην Τυνησία, στην Αίγυπτο, στην Τουρκία και την Ελλάδα.


Porte d' Arcadie a Messene. Γκραβούρα του A. Bertrand το 1847. Voyage de monseigneur le duc de Montpensier a Tunis en Egypte, en Turquie et en Grece


Τείχη της αρχαίας Μεσσήνης. Γκραβούρα του d' Ostervald από το 1834. Από το βιβλίο: "Η Ελλάδα" ειδυλλιακές και τοπογραφικές απόψεις σχεδιασμένες από τον Βαρώνο Ο. Μ. Στάκελμπερκ. Ενότητα με τίτλο "Messenie=Μεσσηνία


Ο Π. Μαυρομιχάλης επανακτά την Μεσσηνία.
Ο τίτλος στα Ελληνικά βρίσκεται πάνω από την παράσταση. Ο τίτλος υπάρχει σε τέσσερις γλώσσες και αναγράφεται σε μια γλώσσα σε κάθε πλευρά. Διακόσμηση με λάβαρα, κουπιά και άγκυρες, υπάρχει σε κάθε πλευρά. Κάτω από τη διακόσμηση της κάτω πλευράς αναγράφεται : Gemalt v. Peter Hess (αριστερά) Gedr v. J. B. Kuhn (δεξιά) και Eigenthum u. Verlag v. Kohler et Comp in Munchen (στο κέντρο).



Πιό κάτω παρουσιάζουμε ένα σπάνιο χάρτη της άνω Μεσσηνίας, σχεδιασμένο το 1920.
Κάνετε "κλικ" επάνω του και δείτε το οδικό δίκτυο της εποχής, τους καρόδρομους, μουλαρόδρομους, χωριά που έχουν σβήσει, κ.α.



Ο επόμενος είναι της Ιθώμης, του 1908.



Πηγές:
Nicholas Biddle in Greece: the journals and letters of 1806‎
A handbook for travellers in greece John Murray 1854
Edward Lear as a landscape draughtsman. Philip Hofer 1967

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΚΗΔΕΙΑΣ

Οι γλωσσικοί μας ιδιωματισμοί

Ο Μεσσηνιακός πόλεμος, ο Αριστομένης και η Σπάρτη