ΣΗΡΟΤΡΟΦΙΑ - ΜΕΤΑΞΟΥΡΓΙΑ
Ένα από τα ξεχασμένα αλλά σημαντικά κεφάλαια του τόπου μας είναι αυτό της σηροτροφίας – μεταξουργίας. Η σηροτροφία ήταν γνωστή από πολύ παλιά στην Πελοπόννησο και ο Μεταξοσκώληκας εκτρεφόταν από τα Βυζαντινά χρόνια. Τα μωρεόδεντρα είχαν καλύψει αρκετές περιοχές του Τουρκοκρατούμενου και Ενετοκρατούμενου Μοριά. Μεταξοβιοτεχνίες υπήρχαν στα περισσότερα σηροτροφικά κέντρα, ιδιαίτερα στη Μεσσηνία, και αξιόλογη παραγωγή και εμπορία μεταξωτών διεξαγόταν με τα τότε μεγάλα εμπορικά κέντρα της Μεσογείου: Κων/πολη, Σμύρνη, Αλεξάνδρεια, Γένουα, Βενετία κλπ.
Από τις πληροφορίες που έχουμε η Μεσσηνία και η Μερόπη ήταν γεμάτη μουριές και προ της Επανάστασης του 1821 και οι Μεροπαίοι έτρεφαν κουκούλια από πολύ νωρίς, πριν γίνουν συκοπαραγωγοί και σταφιδοπαραγωγοί. Τα κουκούλια δεν ήταν μεγάλης παραγωγικής και οικονομικής σημασίας απασχόληση. Σχετικά ελαφριά δουλειά, μικρής χρονικής διάρκειας και μέσα στο σπίτι.
Είχαμε δυο περιόδους μεταξοσκωληκοτροφίας: την πρώτη και τη δεύτερη. Το πρώτο ή μεγάλο κουκούλι, όπως και το δεύτερο ή μικρό κουκούλι. Το πρώτο άρχιζε τον Απρίλη και κρατούσε περίπου 40 ημέρες. Το δεύτερο και μικρό άρχιζε τον Ιούνη και κρατούσε περίπου 30 ημέρες. Το πρώτο άρχιζε με τον κουκουλόσπορο που τον αγόραζαν οι παραγωγοί από το εμπόριο μέσα σε ωραία κουτιά. Είναι ενδιαφέρον να αναφέρουμε εδώ ότι τον κουκουλόσπορο τον πήγαιναν οι γυναίκες στην εκκλησιά να τον ευλογήσει ο παπάς. Αυτό γινόταν στις 9 Μαρτίου, στην γιορτή των Αγίων Σαράντα Μαρτύρων, επάνω σε κάνιστρα, για να ευλογηθεί από τον παπά και να γίνει σαράντα οκάδες κουκούλι το κάθε κουτί.
Από τον σπόρο αυτών των κουτιών έβγαιναν τα πρώτα μικροσκοπικά σκουληκάκια, τα οποία σιγά – σιγά με ψίχουλα κομμένου μουρόφυλλου μεγάλωναν, ώσπου τα έριχναν σε καλαμωτά στημένα το ένα επάνω στο άλλο. Πέντε – έξι καλαμωτά αποτελούσαν μια «στάση», δηλαδή μια όρθια σειρά από καλαμωτά, τα οποία στρώνονταν προσεκτικά με εφημερίδες, που πάνω τους απλώνονταν τα μικρά σκουληκάκια. Όσο ταΐζονταν, μεγάλωναν σε τέσσερις φάσεις. Έκαναν δηλαδή 24ωρη διακοπή για να «κοιμηθούν» και να μεταμορφωθούν από σκουλήκια της «πρώτης», σε σκουλήκια της «δεύτερης», της «τρίτης» και της «μεγάλης» και έπειτα να ανέβουν στο «κλαρί» και να αρχίσουν, βγάζοντας από το στόμα τους μετάξι, να φτιάχνουν το «βουτούλι» τους, μέσα στο οποίο θα κλείνονταν.
Είχε και το κουκούλι τις φασαρίες και τις στενοχώριες του: να μαζεύουν φύλλα, στην αρχή να τα ψιλοκόβουν, έπειτα να κόβουν ολόκληρες κλάρες και να τις μαδούν και να ρίχνουν τα φύλλα στα καλαμωτά, να τα ταΐζουν σε τακτικές ώρες, να διατηρούν αυστηρή καθαριότητα, συσκότιση κλπ. Συνήθως η «στάση» των κουκουλιών ήταν σε ιδιαίτερα δωμάτια ή σπιτάκια, όπου λαμβάνονταν ιδιαίτερα μέτρα προστασίας από τα μυρμήγκια με τσίγκινα πιάτα ή τενεκεδένια κουτιά γεμάτα νερό στη βάση των καδρονιών που στήριζαν τις «στάσεις», για να μη μπορούν τα μυρμήγκια να σκαρφαλώνουν στα καλαμωτά. Εκτός από αυτό ασβέστωναν τη βάση, ή ολόκληρα τα καδρόνια, για να σκοτώσουν τα μυρμήγκια, τα οποία όπως φαίνεται ήταν μεγάλος εχθρός του μεταξοσκώληκα. Και ήταν πολύ χαρακτηριστική η ατμόσφαιρα στους χώρους αυτούς, με την κανονική – δροσερή – θερμοκρασία, το λιγοστό φως και τον ελαφρό ψιθυρισμό των σκουληκιών που έκαναν, όταν έτρωγαν το φαγητό τους.
Μετά το φαγητό της «μεγάλης» και τον ύπνο της τελευταίας φάσης, σκαρφάλωναν στο κλαρί και σε οχτώ (8) ημέρες είχαν ολότελα κρυφτεί μέσα στο «βουτούλι» τους. Μετά οι νοικοκυρές «έκοβαν» το κουκούλι, δηλαδή, το έβγαζαν από τα κλαριά για να το τοποθετήσουν πάνω σε σεντόνια ή σε άλλα ρούχα για να έρθει ο έμπορος να το δει και να το αγοράσει.
Η ίδια περίπου διαδικασία γινόταν και με το δεύτερο κουκούλι, το μικρό, με τη διαφορά ότι η παραγωγή ήταν μικρότερη, γιατί πολύ λίγοι ασχολούνταν με αυτό. Η άλλη διαφορά ήταν, ότι τον σπόρο του δεύτερου κουκουλιού δεν τον αγόραζαν, αλλά τον έφτιαχναν μόνες τους οι νοικοκυρές από το πρώτο κουκούλι. Διάλεγαν ωραία «βουτούλια» από το πρώτο κουκούλι και αφού τα τοποθετούσαν σε κατάλληλο μέρος, περίμεναν τα σκουλήκια να μεταμορφωθούν σε χρυσαλλίδες και έπειτα να τρυπήσουν το βομβύκι και να βγουν, να γίνει το ζευγάρωμα αρσενικού – θηλυκού και τέλος να παραχθεί ο σπόρος.
Το ωραιότατο και γραφικότατο στην περίπτωση ήταν ότι το ζευγάρωμα των χρυσαλλίδων έπρεπε να γίνει σε ορισμένο χρόνο. Ρολόγια δεν υπήρχαν ή ήταν πολύ λίγα και ήταν κρεμασμένα στα γιλέκα ορισμένων ανδρών ή τέλος δε λειτουργούσαν κι αν λειτουργούσαν η αξιοπιστία τους ήταν μικρή. Γι’ αυτό οι γυναίκες είχαν στη διάθεσή τους «ηλιακά ρολόγια» και σύμφωνα με αυτά κανόνιζαν τη δουλειά τους με τη λέξη και τον όρο «το σημάδι» ή «ήρθε το σημάδι», οπότε έτρεχαν να ξεζευγαρώσουν τις πεταλούδες.
Έχουν περάσει ανεπιστρεπτί οι σκηνές αυτής της διαδικασίας, με τις γυναίκες να τρέχουν έξαλλες στο σπίτι, όταν ερχόταν «το σημάδι». Ακόμη και οι γυναίκες που κάθονταν στις γειτονιές ή στις αυλόπορτες για το κανονικό κουτσομπολιό, σκορπίζονταν τρέχοντας, φωνάζοντας κι εκείνες: «το σημάδι…, το σημάδι…, το σημάδι!!!». Τόσο απότομο και ξαφνιασμένο ήταν το σκόρπισμα και το τρέξιμο των γυναικών!
Το εισόδημα του κουκουλιού ήταν αρκετές φορές αξιόλογο, ωστόσο ήταν πάντοτε ανακουφιστικό και τονωτικό, ώσπου να έρθουν τα μεγάλα εισοδήματα των σύκων και της σταφίδας. Κυρίως έδιναν σε όλους και σε όλες τη δυνατότητα να φορούν μεταξωτά – κουκουλιάρικα – πουκάμισα, κουστούμια και ωραία φορέματα. Ήταν δεκάδες οι άντρες που φορούσαν το Πάσχα άσπρα κουκουλιάρικα κουστούμια, όπως και τα παιδιά με τα παντελονάκια τους και τα πουκαμισάκια τους, που τα έφτιαχναν οι μανάδες στον αργαλειό του σπιτιού. Η χαρά των κουκουλιάρικων για τα παιδιά συμπληρωνόταν με τα γραφικότατα και απλοϊκά εκείνα ψάθινα καπελάκια με τα ηρωικά ονόματα: «ΚΙΛΚΙΣ», «ΛΗΜΝΟΣ», ΑΒΕΡΩΦ» κλπ. Αλλά και των μεγάλων η κομψότητα, όταν φορούσαν κουκουλιάρικο κουστούμι, συμπληρωνόταν με το απαραίτητο «μπαγιασόν», το ψαθάκι της εποχής.
Αυτό που πρέπει να τονιστεί, είναι ότι και τα κουκούλια έδιναν τον τόνο τους, το χρώμα τους και την οικονομική τους συμβολή στην όλη κοινωνική ζωή της Μερόπης κατά την περίοδο της ακμής της.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Tο Meropitopik δημοσιεύει κάθε σχόλιο το οποίο είναι σχετικό με το θέμα στο οποίο αναφέρεται το άρθρο. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και ο διαχειριστής διατηρεί το δικαίωμα να μην δημοσιεύει συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το Meropitopik ουδεμία ευθύνη φέρει περί αυτών.